- ἐλέησα
- ἐλεάωaor ind act 1st sg (attic ionic)ἐλεέωto have pity onaor ind act 1st sg (homeric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἐλεήσας — ἐλεήσᾱς , ἐλεάω aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) ἐλεήσᾱς , ἐλεέω to have pity on aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐλεήσασα — ἐλεήσᾱσα , ἐλεάω aor part act fem nom/voc sg (attic epic ionic) ἐλεήσᾱσα , ἐλεέω to have pity on aor part act fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐλεήσασαν — ἐλεήσᾱσαν , ἐλεάω aor part act fem acc sg (attic epic ionic) ἐλεήσᾱσαν , ἐλεέω to have pity on aor part act fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐλεήσασι — ἐλεήσᾱσι , ἐλεάω aor part act masc/neut dat pl (attic epic ionic) ἐλεήσᾱσι , ἐλεέω to have pity on aor part act masc/neut dat pl (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐλεήσασιν — ἐλεήσᾱσιν , ἐλεάω aor part act masc/neut dat pl (attic epic ionic) ἐλεήσᾱσιν , ἐλεέω to have pity on aor part act masc/neut dat pl (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ελεώ — ελέησα, ελεήθηκα, ελεημένος, μτβ. 1. αισθάνομαι για κάποιον έλεος, οίκτο, συμπάθεια, συμπόνια, συμπονώ. 2. δίνω σε κάποιον ελεημοσύνη … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ἐλέησ' — ἐλέησι , ἐλεάω pres ind act 3rd sg ἐλέησο , ἐλεάω pres imperat mp 2nd sg ἐλέησαι , ἐλεάω pres ind mp 2nd sg ἐλέησαι , ἐλεάω aor imperat mid 2nd sg (attic ionic) ἐλέησα , ἐλεάω aor ind act 1st sg (attic ionic) ἐλέησο , ἐλεάω imperf ind mp 2nd sg… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ελεώ — ελεώ, ελέησα βλ. πίν. 73 … Τα ρήματα της νέας ελληνικής